Thursday, October 30, 2008

Θύμησες, part 1


Η αλληλογραφια που ακολουθει ειναι ενα κομματι της παλιας Αθηνας. Μιας εποχης αξεχαστης που λιγοι θυμουνται. Ισως διαβαζοντας τα γραμματα του Ανασταση και της Δωροθεας να βρειτε ομοιοτητες με τα δικα σας παιδικα χρονια, τοτε που ολα ηταν αθωα και στον αερα μοσχοβολουσε η μυρωδια απο φρεσκο κεχριμπαρι, καθως τα ξυρισμενα παιδια κυνηγουσαν αυτοκινητα στους δρομους.

__________________________________________________________________

Αγαπητή Δωροθέα,
Η γειτονιά που ήξερες δεν υπάρχει πια. Τα σοκάκια που μεγαλωσαμε έχουν αλλάξει. Θυμάσαι το μικρό παρκάκι στο οποίο δέρναμε τον Λούλη? Τώρα στη θέση του έχει χτιστεί ενα μεγάλο κοτέτσι. Η αλάνα που συνηθίζαμε να ακουμπάμε πάστες στις ρόδες των αυτοκινήτων είναι τώρα γεμάτη κουνουπίδια.
Μέχρι και η κυρα-Τασία, που καθε Κυριακή μας φίλευε ζεστή προζύμη και μαγιά, μετακόμισε.
΄Ολα άλλαξαν μικρή μου Δωροθέα. Κτίρια, μέρη, μα και ανθρώποι. Ο μικρός Αποστόλης αποφάσισε οτι είναι φώκια. Ο Νικήτας... τον θυμάσαι τον Νικήτα? Το παιδί με τα δανεικά δεκανίκια. Έγινε μάγειρας στον πάγκο με τα καλαμπόκια. Και η Σοφούλα μας παντρεύτηκε εναν μεγαλοεισαγωγέα κάστανων. Μόνο ο κύριος καθηγητής που έμενε στο ροζ σπίτι στη γωνία είναι ακόμα εκεί, συνεχίζοντας να πετάει αυγά σε όσους φοράνε κίτρινα.
Ελπίζω να είσαι ευτυχισμένη εκεί που είσαι και να θυμάσαι που και που την παλιά μας γειτονιά.
Σε φιλώ, Αναστάσης.
_______________________________________________________________________

Αγαπητε Ανασταση,
Δεν ξερω ποιος εισαι και ουτε θελω να μαθω.
Σε παρακαλω πολυ να μην μου ξαναγραψεις αλλιως θα με αναγκασεις να απευθυνθω στις αρχες. Σε περιπτωση που δεν ελαβες το προηγουμενο γραμμα μου, σου επαναλαμβανω οτι δεν ειμαι η Δωροθεα που νομιζεις.
Δεν μεγαλωσα σε καμια γραφικη γειτονια της Αθηνας και δεν γνωριζω κανενα απο τα ατομα η τα μερη που μου περιγραφεις.
Βασικα, τις περισσοτερες φορες αδυνατω να καταλαβω καν τι ειναι ολα αυτα που λες. Δεν μοιαζουν με κουβεντες λογικου ανθρωπου.
Θελω να πιστευω οτι το ολο θεμα ειναι απλα μια παρεξηγηση ή ενα λαθος και οτι θα σταματησει εδω. Σε καθε περιπτωση ομως, ισως θα επρεπε να αναζητησεις καποια επαγγελματικη ιατρικη βοηθεια.
Λυπαμαι που δεν ειμαι η παιδικη σου φιλη και σου ευχομαι ολοψυχα καποια μερα να μπορεσεις να την εντοπισεις και παλι.
Με εκτιμηση, Δωροθεα Στηβενς.

Saturday, October 25, 2008

Εικόνες φθινοπώρου, φθινοπωρινές


Ο Θανάσιος Βλαστάρης γεννήθηκε σε ένα βολικό χωριό της ορεινής Αττικής και το 1936 δημοσίευσε την πρώτη του συλλογή πεζών ποιημάτων, "Πίνοντας με τον 'Αδωνη". Δεν ήταν όμως παρα μόνο 7 χρονια μετά που έγινε γνωστός στην περιοχή του, περιγράφοντας στα χρονικογραφήματα του μια Αθήνα αθέατη από την εποχή της.
Η συλλογή με τα άπαντα του κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Θλιβερός. Παρακάτω, ένα απόσπασμα από τα δύσκολα χρόνια τις κατοχής.
____________________________________________________

Οχτώβρης. Ψύχρανε ο καιρός. Ο κόσμος θα αρχίσει να περπατά πιο σκυφτός για να προφυλαχθεί από τον βοριά, οι άστεγοι θα ξεχάσουν την ανεμελιά του ακορντεόν και θα χωθούν και πάλι μέσα στα βρώμικα θλιβερά παλτά τους και τα δέντρα, σαν αφύσικα οντα, αντί να φορέσουν κάτι παραπάνω, θα πετάξουν χάμω την λιγοστή τους φορεσιά.
Οχτώβρης. Έξω κάνει ψύχρα μα έχω το παράθυρο ακόμα ανοιχτό. Σαν επίμονο τσιμπούρι προσπαθώ να γατζωθώ από τις τελευταίες αχτίδες του καλοκαιριού. Και ξέρω οτι δεν είμαι ο μόνος. Έξω ο κόσμος ακόμα κάθεται σε πλατείες. Προστατευμένοι από την ζεστασιά της μόδας. Τα κοντομάνικα και τα φουλάρια συνδυάζονται κομψά. Στα καφενεία ακόμα παραγγέλνουν τους κρύους τους Αμερικάνικους και τα βραδια τα τζιτζίκια ακόμα τραγουδούν. Παγωμένα, και μαζεμένα γύρω από μια κωλοφωτιά.
Στην Ντολόρες.

Monday, October 13, 2008

Dear diary, today I had diarrhoea


Αγαπητο μου ημερολογιο,


Σημερα δεν κοιμηθηκα καλα και παλι. Οι στοιχειωμενες εικονες στοιχειωναν τα ονειρα μου στον υπνο μου παλι. Ξυπνησα μεσα στη νυχτα τρομαγμενος και διψασμενος για λιγο νερο. Σηκωθηκα ορθιος απο το κρεβατι μου στο πατωμα και μολις σηκωθηκα ειδα μπροστα μου και παλι την τρομακτικη σιλουετα που ανηκε σε ενα φαντασμα πολυ τρομαχτικο που με φοβησε. Εβγαλα ενα «αααχ!» σαν κραυγη και αυτο μετα περασε μεσα απο τον τοιχο και εφυγε χωρις να το δω παλι. Κοιμηθηκα παλι.

Το επομενο πρωι ξυπνησα τρομαγμενος και διψασμενος για νερο. Ξεκινησα να παω προς την κουζινα με τα ποδια αλλα ειχα και παλι το ιδιο οραμα. Ολοι οι τοιχοι του σπιτιου γεμισαν αιματα παντου αλλα στο οραμα δεν ηταν αιματα λεει. Επεσα για υπνο παλι σε εναν βαθυ ληθαργο. Οταν ξαναξυπνησα ημουν παλι τρομαγμενος και διψασμενος αλλα κατι παλι εγινε που δεν στο λεω και κοιμηθηκα.

Ξυπνησα πριν λιγο, αγαπητο μου ημερολογιο πριν αρχισω να σου γραφω αυτα. Ολα πια εχουν αλλαξει.

Αυτη τη φορα, ξυπνησα διψασμενος. Και τρομαγμενος για νερο.

Μονόπρακτο


Στην μικρη αυλη που βρισκοταν στην πισω μερια του σπιτιου του, ο Λεωνιδας Πατος ηταν ακινητος εδω και ωρες.


Ευτυχως γι αυτον γυρω απ'την αυλη υπηρχε μια ψηλη μαντρα και ετσι κανενας απο τους γειτονες ή τους περαστικους δεν μπορουσε να δει την καταντια του ανθρωπου που αλλοτε ειχε διαπρεψει στις μαθηματικες επιστημες.


Τωρα, ο πρωην μεγαλος μαθηματικος, ηταν ενα ισχνο γεροντακι ξαπλωμενο ανασκελα στο τσιμεντο, κρατωντας στο δεξι του χερι ενα μολυβι. Διπλα στο χερι του, το μικρο κομματι χαρτι που ηταν αφημενο εγραφε μοναχα ενα πραγμα: "2+2=".


Με τις τελευταιες δυναμεις που του ειχαν απομεινει, ο Λεωνιδας Πατος σηκωσε το ροζιασμενο χερι του.
Εγραψε 4 και πεθανε σιωπηλα.